Ομιλία της Ζωής Κωνσταντοπούλου στην εκδήλωση-αφιέρωμα στον Ηλία Δημητρακόπουλο

20/04/2016



















Είναι πολύ μεγάλη η συγκίνηση, που παρευρίσκομαι σε αυτή την εκδήλωση, την αφιερωμένη στη μνήμη του Ηλία Δημητρακόπουλου, γιατί ο Ηλίας Δημητρακόπουλος υπήρξε από τους ανθρώπους που σημάδεψαν τη δική μου διαδρομή και ιδίως τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής μου, τα φοιτητικά μου χρόνια και τα πρώτα μου χρόνια ως δικηγόρου. Τον γνώρισα το 1998, στη Washington, έχοντας πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Νέα Υόρκη, ως φοιτήτρια της Νομικής, μέλος της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Φοιτητών Νομικής, που παρακολουθούσε ως οργάνωση-παρατηρητής, με το καθεστώς του παρατηρητή, τη διαδικασία της ίδρυσης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Μια διαδικασία που ξεκίνησε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, συνεχίστηκε τον Ιούλιο του 1998 με την υιοθέτηση του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου στη Ρώμη και ολοκληρώθηκε το 2002, την 1η Ιουλίου, με τη συμπλήρωση 60 κυρώσεων του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου από Κράτη – μέλη του ΟΗΕ, και τη δημιουργία έτσι για πρώτη φορά ενός μόνιμου Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου υπό την αιγίδα του ΟΗΕ , χωρίς την εξάρτηση από εκτελεστικά όργανα του ΟΗΕ, όπως ήταν τα προηγούμενα ad hoc διεθνή ποινικά δικαστήρια.

Ήταν κατά κάποιον τρόπο σημαδιακό ότι γνωριστήκαμε επ’ αφορμή του δικού μου ενδιαφέροντος και της ενεργοποίησής μου ως φοιτήτριας ακόμη, για τα ζητήματα διεθνούς ποινικού δικαίου, στα οποία στη συνέχεια ειδικεύθηκα, γιατί ακριβώς αυτή μου η ειδίκευση κι αυτό το ενδιαφέρον στάθηκε και η αφορμή και ο λόγος της εν συνεχεία συνεργασίας μας σε επίπεδο νομικό, μιας και μου έκανε την πολύ μεγάλη τιμή, το 2003, όταν ήμουν μόλις 26 ετών και μόλις 2 μηνών δικηγόρος να μου εμπιστευτεί μία υπόθεση ζωής για εκείνον, η οποία ήταν η υπόθεση αποκάλυψης του ρόλου του Henry Kissinger στη συνεργασία με τη δικτατορία των συνταγματαρχών , του ρόλου του Kissinger επίσης στην απόπειρα δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του ρόλου του, τέλος, στο πραξικόπημα στην Κύπρο και στην τουρκική εισβολή και κατοχή που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Το 1998 ο Δημητρακόπουλος ήταν 69 ετών και κάτι.

 Γνώρισα έναν άνθρωπο πολύ ευγενή, η περιγραφή της κυρίας Μουστακλή αλλά και του Κώστα Πετεινάκη και του Βασίλη Νικολόπουλου και του Δημήτρη Τσαλαπάτη είναι πραγματικά μία περιγραφή που αναδίδει την προσωπικότητα. Ένας άνθρωπος ευγενής, με μεγάλο απόθεμα γνώσεων και με ένα χαρακτηριστικό που το θεωρώ ιδιαιτέρως σημαντικό για τους ανθρώπους που έχουν διαδράμει σημαντική πορεία στη ζωή τους, έχουν κερδίσει τον σεβασμό και την εκτίμηση των συμπολιτών τους, αλλά διατηρούν πολύ ζωντανό το πνεύμα , ανοιχτό το μυαλό τους και ενεργή την εμπιστοσύνη τους στους νέους ανθρώπους. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι με μεγάλο ενδιαφέρον παρατηρούσε όσα εγώ έκανα ως φοιτήτρια κι όσα γίνονταν στο πλαίσιο της ίδρυσης του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, από το 1998 μέχρι το 2002. Πολλές φορές συνέβη να μου στείλει υλικό, γιατί ήταν μέχρι τέλους ένας άνθρωπος που επικαιροποιούσε το αρχείο του και συνέλεγε πολλές πληροφορίες τόσο σε σχέση με τον ρόλο της χούντας όσο και σε σχέση με την περίοδο του Νίξον και του Κίσινγκερ αλλά και σε σχέση, ειδικότερα, με τον ρόλο των προσώπων αυτών στην υποστήριξη, υποστύλωση και συνολική χειραγώγηση και εργαλειοποίηση δικτατορικών, αντιδημοκρατικών απολυταρχικών καθεστώτων στη Λατινική Αμερική αλλά και την περίοδο της ίδιας δεκαετίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Το 2003, ο Δημητρακόπουλος ήρθε στην Ελλάδα και μού αφηγήθηκε την περιπετειώδη αλλά και ατελέσφορη μέχρι εκείνη τη στιγμή αναζήτηση κάποιου δικηγόρου που θα μπορούσε ενώπιον των ελληνικών αρχών να φέρει το ζήτημα της εμπλοκής του Κίσινγκερ τόσο στην υποστήριξη του πραξικοπήματος στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής και κατοχής στη Μεγαλόνησο όσο και στην απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου αλλά και στη συνωμοσία για τη δολοφονία του ίδιου του Δημητρακόπουλου, ένα ιστορικό γεγονός που πράγματι είναι τόσο εντυπωσιακό όσο το αφηγείται ο ίδιος στη συνέντευξή του. Είναι πράγματι γεγονός σπάνιο να διαβάζεις σε κρατικά έγγραφα το σενάριο δολοφονίας σου και υπήρξε αυτό οπωσδήποτε ένα τιμητικό γεγονός για έναν δημοσιογράφο ο οποίος πράγματι ασκούσε τον ρόλο που αναλογεί στους εκπροσώπους του Τύπου, δηλαδή του ελέγχου των εξουσιών, της αναζήτησης και αποκάλυψης της αλήθειας, ακριβώς γιατί ενσάρκωνε τη ρήση του Ιωάννη Ιάκωβου Μάγιερ «η δημοσίευση είναι ψυχή της Δικαιοσύνης», τη ρήση που αναγράφεται σε αυτή ακριβώς την αίθουσα, αλλά που πολλές φορές δεν υπηρετείται όπως αναλογεί και στο δικαίωμα ενημέρωσης των πολιτών.

Το 2003 συνέτρεχαν οι εξής συνθήκες: από το 2001 είχε ενεργοποιηθεί σε επίπεδο διεθνές μία αμφισβήτηση -και μάλιστα ήδη από το 1998 και μετά , με τη δίωξη κατά του Πινοσέτ με ένταλμα του ανακριτή Μπαλτάζαρ Γκαρσόν είχε πια τεθεί σε αμφισβήτηση αυτή η ασυλία της οποίας απολάμβαναν καθεστωτικά πρόσωπα, που είχαν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε δικτατορίες και απολυταρχικά καθεστώτα. Είχαμε την περίπτωση του Πινοσέτ, είχαμε την περίπτωση της ενεργοποίησης από πλευράς του Βελγίου της οικουμενικής δικαιοδοσίας, που επέτρεπε στις εισαγγελικές αρχές του Βελγίου να ενεργοποιούνται για τη δίωξη διεθνών εγκλημάτων, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονίας χωρίς να συντρέχει οποιοσδήποτε άλλος δεσμός με τη χώρα, κι έτσι είχε δημιουργηθεί και η περίφημη αντιδικία του Βελγίου με το Κονγκό, είχε επίσης ενεργοποιηθεί στην Αργεντινή η εξέταση της περιόδου του 1970, είχε ανοίξει έρευνα για το σχέδιο «Κόνδωρ», είχε τεθεί σε κατ’ οίκον κράτηση και ο πρώην δικτάτορας ο Χόρχε Βιντέλα.

Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας είχε ζητηθεί και η εξέταση του Κίσινγκερ, ενώ το 2001 είχε ζητηθεί από έναν ανακριτή στο Παρίσι και η εξέταση του Κίσινγκερ ως μάρτυρα.

Αυτά τα γεγονότα είχαν στην πραγματικότητα τόσο θορυβήσει και επηρεάσει την αίσθηση παντοκρατορίας και ανέλεγκτης και ασύδοτης εξουσίας του Κίσινγκερ που είχε πια σταματήσει να ταξιδεύει στην Ευρώπη. Ο Δημητρακόπουλος έβαλε τότε σκοπό του , μετά και τη δημοσίευση του βιβλίου του Κρίστοφερ Χίτσενς , που δυστυχώς μετέπειτα πέθανε, να ζητήσει από τις ελληνικές αρχές να εξετάσουν τα ντοκουμέντα που δημοσιεύονταν σε αυτό το βιβλίο σε σχέση ακριβώς με τον ρόλο του Κίσινγκερ στη συνομωσία για τη δολοφονία του ιδίου, στην απόπειρα δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και στην τουρκική εισβολή και κατοχή, με προηγηθέν γεγονός άρρηκτα συνδεδεμένο με τον ρόλο Κίσινγκερ, το πραξικόπημα στην Κύπρο. Ήταν πραγματικά μία ιστορική ευκαιρία γιατί εκείνη ακριβώς τη στιγμή είχε ενεργοποιηθεί το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, το οποίο όχι απλώς επέτρεπε αλλά επέβαλλε στις χώρες που είχαν κυρώσει το Καταστατικό αυτό να κάνουν τα νόμιμα , τα απαραίτητα προκειμένου να ερευνήσουν τα διεθνή εγκλήματα. Ως διεθνή εγκλήματα διαρκή, τα οποία είναι απαράγραπτα κατά το Διεθνές Δίκαιο, χαρακτηρίζονται οπωσδήποτε ορισμένα εκ των διεθνών εγκλημάτων που διαπράχθηκαν στην Κύπρο και, ειδικότερα. η βίαιη μετακίνηση πληθυσμών, καθώς επίσης και η δια της βίας εξαφάνιση προσώπων. Αυτές ήταν δύο κατηγορίες εγκλημάτων που διαρκούσαν μέχρι το 2003 και αυτό επέτρεπε να ενεργοποιηθεί αναδρομικά το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.

Σε σχέση με τη δράση της Χούντας, τη δράση της Χούντας των Συνταγματαρχών, σε σχέση με τα εγκλήματα με τα οποία συνδεόταν ο Κίσινγκερ, που ήταν όλα εγκλήματα κατά του πολιτεύματος, εγκλήματα εσχάτης προδοσίας, συνομωσίας για εσχάτη προδοσία, προσβολής κατά ξένου κράτους και του αρχηγού του, και τα συναφή με αυτή τη δράση της Χούντας, υπήρχε ένα μοναδικό ιστορικό επιχείρημα, που αφορά το γεγονός της αναστολής της ποινικής δίωξης των εγκλημάτων αυτών με υπουργικές αποφάσεις, χάριν της προστασίας και μη διατάραξης των διεθνών σχέσεων της Ελλάδας, ουσιαστικά, με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Το επιχείρημα που τότε είχαμε χρησιμοποιήσει στη μήνυση του Ηλία Δημητρακόπουλου ήταν ότι αυτή ακριβώς η αναστολή της ποινικής δίωξης δεν επέτρεπε να θεωρηθούν παραγραφέντα τα αδικήματα αυτά, αλλά αντίθετα επέτρεπε την έρευνα και την δίωξή τους και, όπως είχαμε γράψει – με αυτόν τον τρόπο τελείωνε και η μήνυση του Ηλία Δημητρακόπουλου – όπως είχαμε γράψει, στην πραγματικότητα επέβαλλε την ενεργοποίηση της Ελληνικής Δικαιοσύνης καθώς, κι αυτή ήταν η καταληκτική παράγραφος της μήνυσης, «θα ήταν ιστορικά και ηθικά παράδοξο με αρνητικές για τη συνείδηση των πολιτών σηματοδοτήσεις, η Ελληνική Δημοκρατία απλώς να αναγιγνώσκει τα όσα αποκαλύπτονται και καταγγέλλονται χωρίς να ενεργοποιείται θεσμικά και νομικά για την υπεράσπιση της αλήθειας και την απόδοση δικαιοσύνης».

Οφείλω να σας πω ότι όταν ο Ηλίας Δημητρακόπουλος μου ζήτησε να αναλάβω αυτήν την μήνυση, αισθάνθηκα μεγάλη τιμή και δεν είχα καμμία δεύτερη σκέψη αλλά και μεγάλη απορία που κανείς δικηγόρος προηγουμένως δεν δεχόταν να αναλάβει μια τέτοια υπόθεση. Διατηρούσα την πεποίθηση ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη θα αιρόταν στο ύψος της ευθύνης, του θεσμικού ρόλου και καθήκοντος, που ήταν καθήκον διερεύνησης ή καθήκον παραπομπής στο Διεθνές Ειδικό Δικαστήριο.

Δυστυχώς, η εξέλιξη της διαδικασίας δεν ήταν τόσο τιμητική για την Ελληνική Δικαιοσύνη, γιατί η μήνυση ταλαιπωρήθηκε διαδικαστικά, είχε περίπου την τύχη που είχε η δικογραφία για τις υποκλοπές, ελήφθη αρχικώς μία μόνο ένορκη κατάθεση του Ηλία Δημητρακόπουλου και εν συνεχεία για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα δεν έγινε καμμία άλλη ενέργεια. Είχαμε τότε υποβάλει αυτή τη μήνυση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, είχε ανατεθεί η προκαταρκτική εξέταση σεΑντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, είχε εξετασθεί ο Δημητρακόπουλος, δεν είχε κληθεί ο Κρίστοφερ Χιτσενς, μολονότι ζητούσαμε να κληθεί, μιας και είχε στη διάθεσή του όλα αυτά τα ντοκουμέντα. Δεν είχε κληθεί κανείς άλλος μέχρι τον Ιούνιο του 2005 όταν και καταθέσαμε με τον Ηλία τον Δημητρακόπουλο αναφορά γιατί η υπόθεση ουσιαστικά χρόνιζε χωρίς καμμία ενέργεια.

Ένα χρόνο αργότερα, δόθηκε μία διάταξη από πλευράς της Εισαγγελίας που, ουσιαστικά, χαρακτήριζε ως παραγραφέντα τα αδικήματα με ένα αιτιολογικό κι ένα σκεπτικό που δεν ελάμβανε καθόλου υπόψιν όλες τις εξελίξεις στο επίπεδο του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου και, ιδίως, το πολύ χρήσιμο εργαλείο του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, που είχε κυρωθεί από τη χώρα μας και είχε γίνει νόμος του κράτους, ο Ν.3003/2002 και μπορούσε και έπρεπε να χρησιμοποιηθεί. Η υπόθεση κατέληξε μετά από προσφυγή του Ηλία Δημητρακόπουλου κατά αυτής της διάταξης, σε μία οριστική διάταξη αρχειοθέτησης της Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών, τον Ιούλιο του 2006, όπου και πάλι διατυπωνόταν ο ισχυρισμός της παραγραφής.

Πρέπει να σας πω ότι ο Ηλίας Δημητρακόπουλος δεν το έβαζε κάτω. Ήταν επίμονος και αποφασισμένος να συνεχισθεί η αναζήτηση μέσων και τρόπων προκειμένου ο Κίσινγκερ να έρθει ενώπιον της Δικαιοσύνης. Και πρέπει να πω, γιατί αυτό το οφείλω στη μνήμη του, ότι κατά την νομική ερμηνεία την οποία προτείναμε και την οποία και σήμερα θεωρώ απολύτως έγκυρη, τα εγκλήματα αυτά εξακολουθούν να μην έχουν παραγραφεί και εξακολουθεί να είναι ενεργή η αρμοδιότητα και της Ελληνικής Δικαιοσύνης αλλά και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.

Η ταλαιπωρία της υγείας του Ηλία αλλά και η επί πάρα πολλά χρόνια απουσία του λόγω αυτής της ταλαιπωρίας, δεν επέτρεψαν το να συνεχισθεί η δικαστική του παρουσία, η ένδικη παρουσία του στην υπόθεση. Είναι, όμως, μια σημαντική παρακαταθήκη του αυτή η τόσο επίμονη καταδίωξη ενός τόσο ισχυρού προσώπου, που στην πραγματικότητα συνέβαλε στο αποτέλεσμα ο Κίσινγκερ να μην εξέρχεται των Ηνωμένων Πολιτειών για πολύ μεγάλο διάστημα. Και είναι ένα από τα καθήκοντα που μας έχει κληροδοτήσει: να μην σιωπούμε, να μην απέχουμε και να μην αδρανούμε ενώπιον διεθνών εγκλημάτων, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Γιατί αποτελεί ένα από τα πολύ σημαντικά διδάγματα που αποκόμισε η ανθρωπότητα, το ότι δεν υπάρχει στην Ειρήνη και Δημοκρατία χωρίς Δικαιοσύνη. Κι όσο δεν αποδίδεται Δικαιοσύνη για διεθνή εγκλήματα, τόσο ενθαρρύνεται η επανάληψή τους και τόσο αποθαρρύνονται εκείνοι που θέλουν να υποστηρίζουν τη διεθνή ειρήνη αλλά και την δικαιοσύνη.
Κλείνω αυτή μου την παρέμβαση λέγοντας ότι ο Ηλίας Δημητρακόπουλος, κατά την άποψή μου, που δεν είναι μόνο δική μου άποψη, υπήρξε μια σπουδαία προσωπικότητα. Και ένα από τα χαρακτηριστικά αυτής της σπουδαίας προσωπικότητας ήταν η προσήλωση στην αλήθεια, με κόστος και με κάθε κόστος, η προσήλωση στο δημοσιογραφικό καθήκον δημοσίευσης της αλήθειας, γνωστοποίησης της αλήθειας. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που είναι χαρακτηριστικό των σπουδαίων προσωπικοτήτων ήταν η εμπιστοσύνη του στους νέους και στη νέα γενιά. Μια εμπιστοσύνη την οποία είχα την τιμή να εισπράξω ως συνήγορός του και μια εμπιστοσύνη που και από εκείνον έχω μάθει να δείχνω στους νέους ανθρώπους.

Σας ευχαριστώ.


Πηγή:www.plefsieleftherias.gr/omilia-tis-zois-konstantopoulou-stin-ekdilosi-afieroma-ston-ilia-dimitrakopoulo

Σχόλια